ἠελιῶτις

ἠελιῶτις
ἡλιώτης
of the sun
fem nom sg
ἠελιῶτις
ah!
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ηελιώτης — ἠελιώτης, ὁ, θηλ. ήελιῶτις, ιδος (Α) [ηέλιος] ιων. και ποιητ. τ. τού ηλιώτης* …   Dictionary of Greek

  • ηλιώτης — ἡλιώτης, ὁ, θηλ. ἡλιῶτις, ποιητ. τ. θηλ. ἠελιῶτις, ἡ (Α) 1. αυτός που ανήκει στον ήλιο («ἀκτῑν ἐς ἡλιῶτιν», Σοφ.) 2. (αρσ. πληθ.) οἱ ἡλιῶται οι κάτοικοι τού ήλιου 3. θηλ. ἡ ἡλιῶτις ιωνική ονομασία τής αυγής. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλι(ο) * + κατάλ. ωτης… …   Dictionary of Greek

  • ἠελιώτιδας — ἠελιώ̱τιδας , ἡλιώτης of the sun fem acc pl ἠελιῶτις ah! fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἠελιώτιδος — ἠελιώ̱τιδος , ἡλιώτης of the sun fem gen sg ἠελιῶτις ah! fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”